από τον Αναστάσιο Ομ. Πολυχρονιάδη, Δρ. Θεολογίας ΑΠΘ
Ο π. Πορφύριος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου-Σκήτη Βερροίας, είναι γνωστός για την αφοσίωσή του στα γράμματα. Υμνογράφος και φιλόλογος· ανήκει σε εκείνους τους σπάνιους ερευνητές, που συγκροτούν, μόνοι τους, μια Ακαδημαïκή Σχολή. Στη ζωή του εφαρμόζει τη ρήση-κέλευσμα του κατά σάρκα πατέρα του Νικολάου, όπως ο ίδιος εξομολογείται: «Να τα φάτε τα βιβλία μας έλεγε και το μόνο που επιθυμούσε ήταν να διαβάζουμε». Εκείνος, «κάθε βράδυ, πριν κοιμηθεί, έπρεπε να διαβάσει μισή τουλάχιστο ώρα από την Παλαιά Διαθήκη και το Άγιο Ευαγγέλιο» (σελ. 10).
Το διαχρονικό βιβλίο του π. Πορφυρίου φέρει τον τίτλο Εκκλησιαστική Προσωπογραφία Βερροίας, αποτελούμενο, σύμφωνα με τον πρόλογο του Δεσπότη, από μια σειρά άρθρων, τα οποία δημοσιεύτηκαν στον ημερήσιο τύπο της Βέροιας και σε ποικίλα περιοδικά, λανθάνοντας, πολλές φορές, της προσοχής του ενδιαφερόμενου αναγνώστη. Καθένα τους αποτελεί μια πρόσκληση για περαιτέρω έρευνα.
Ας τα δούμε, συνοπτικά:
Η γιορτή του οράματος (της Δαμασκού) του, ιδρυτού της Εκκλησίας Βεροίας, Αποστόλου Παύλου, την 25η Ιανουαρίου, η οποία είχε λησμονηθεί. Επανήλθε, όμως, με την έκδοση του γνωστού προσευχηταρίου του Ανδρέα Σιμωνώφ, σε μετάφραση στα 1906. Μάλιστα, στην πέμπτη έκδοση, το 1979, διαβάζουμε «Τη αυτή ημέρα (Ευχή) Εις την επιστροφήν του Αγίου Αποστόλου Παύλου». Υπάρχουν 2 ευχές, Μία εσπερινή και μία ορθρινή (σ. 419).
Ο Άγιος Σώπατρος ή Σωσίπατρος, ο εκ Βεροίας, «που αξιώθηκε όχι μόνο να γίνει μαθητής του Παύλου, αλλά και να λάβει το αποστολικό αξίωμα, τελειώνοντας την επίγεια ζωή του στην Κέρκυρα». Ένα λάθος που επαναλαμβάνεται σταθερά από τον 16ο αιώνα είναι ότι ο άγιος δεν καταγόταν από την Αχαία, η οποία σύμφωνα με την αρχαία γεωγραφία, μπορεί να συμπεριελάμβανε όλη την Ελλάδα, πλην της Μακεδονίας, αφού τόσο στις Πράξεις όσο και στην Προς Ρωμαίους οι μαρτυρίες για την καταγωγή του αποστόλου είναι αδιάσειστες. Δυστυχώς, το λάθος επαναλαμβάνεται στα Μηναία και τους Συναξαριστές, τις ημέρες της μνήμης του, 10 Νοεμβρίου, 29 Απριλίου και 4 Ιανουαρίου με τους Εβδομήκοντα.
Το 1992 ο Σωτήρης Κίσσας παρουσίασε τον βίο της Αγίας Ιερουσαλήμ και των 3 γιων της που μαρτύρησαν στην πρωτεύουσα της Ημαθίας, μέσα από τις στήλες του Οσίου Αντωνίου, περιοδικού της Μητροπόλεως Βεροίας. Και ενώ η Βέροια από τα αρχαία χρόνια παρέμεινε στην ίδια τοποθεσία, δε φαίνεται να συνέβη το ίδιο με την Έδεσσα. Η αγία, σύμφωνα με το Συναξάρι της, μετά τη Θεσσαλονίκη πήγε στην Έδεσσα και από εκεί, προχωρώντας προς τα δυτικά, ήρθε στη Βέροια. Η Έδεσσα όμως, η σημερινή, βρίσκεται στα Βόρεια ή και Βορειοδυτικά της Βέροιας, όχι στα ανατολικά. Συνεπώς, η πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους, που εν συνεχεία κατέστη νεκρόπολις των Μακεδόνων Βασιλέων, μάλλον, δε συμπίπτει με τη σημερινή πόλη της Έδεσσας.
Η Αγία Ιερουσαλήμ έλαβε το μοναχικό σχήμα από τον μοναχό και ηγούμενο της Μονής Κούκκου Ευσέβιο, και όχι από κάποιον Επίσκοπο, όπως κελεύουν οι Ιεροί Κανόνες, στα μετέπειτα χρόνια. Η αγία είναι, ίσως, η πρώτη γυναίκα μοναχή στη Μακεδονία, μπορεί και σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο. Όσο για τη Μονή, πιθανόν, να τοποθετείται στο κατοικητήριο των αρχαίων Μουσών, δηλαδή στα Ανατολικά Πιέρια, ανατολικότερα της Βεργίνας. Εκεί όπου απαντάται και το συγκεκριμένο όνομα. Ίσως κάπου κοντά στη Μεθώνη, ως Παύλειο Σταθμό. Για μια πλήρη έρευνα του θέματος είναι ευκαιρία να ασχοληθεί κάποιος συστηματικά με τη λειτουργική φυλλάδα της Αγίας, που φυλάσσεται στη Μητρόπολη Βεροίας (17ος αιώνας).
Ο π. Πορφύριος μιλά, εν συνεχεία, για την ύπαρξη του Επισκόπου Αττικού στη Μακεδονική Βέροια (5ος αιώνας), γεγονός που διαπιστώνεται από το όνομα του αποδέκτη μιας επιστολής του πάπα Ιννοκέντιου (δημοσιεύεται στην P.L. 130, 714A). Εκεί φαίνεται, ότι ο Αττικός σχετίζεται και με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Κατόπιν, ο λόγος για ένα γυναικείο μοναστήρι, εντός της πόλεως Βεροίας, τον 5ο ή 6ο αιώνα, σύμφωνα με μια επιγραφή που βρέθηκε στο κατώφλι της Ωραίας Πύλης των Αγίων Θεοδώρων. Ηγουμένη ήταν η Θεοδώρα και τα ονόματα δυο μοναχών, που μνημονεύονται, είναι: Μυγδονία και Γρατισσίμη. Να μια ευκαιρία για μελέτη: Βρισκόταν εκεί το μοναστήρι;
Ακολουθεί η αναφορά σε μια μεγάλη ιερατική οικογένεια, στις αρχές του 13ου αιώνα με 2 Επισκόπους σε όμορες Επισκοπές, τον Βασίλειο Βεροίας και τον κατά σάρκα αδελφό του Επίσκοπο Κίτρους (δεν μνημονεύεται το όνομά του), καθώς και έναν ανηψιό τους, διάκονο, που έφερε και το εκκλησιαστικό οφφίκιο του χαρτοφύλακος, τον Θεόφιλο Πα(πα) Θεοδώρου. Φυσικά, όλες αυτές οι πληροφορίες θέλουν διεξοδική έρευνα.
Ο λόγος κατόπιν, για τον άγνωστο, μέχρι σήμερα, Μητροπολίτη Βεροίας Γεράσιμο (1582-1591), ο οποίος τοποθετείται μεταξύ των Μητροπολιτών Ιερεμία (1582) και Αρτεμίου (1591). Η επισκοπεία του φανερώθηκε από τη δημοσίευση των Εγγράφων της Μονής Παντοκράτορος Αγίου Όρους, που έκανε ο Αντώνης Πάρδος.
Κατόπιν, παρουσιάζεται ο Άγιος Διονύσιος, Μητροπολίτη Βεροίας, (14ος αιώνας), στο πρόσωπο του οποίου φανερώνεται η σχέση του Αγίου Όρους με τη Βέροια. Πώς αποδεικνύεται αυτό; Διαβάζουμε στον βίο του αγίου Μαξίμου του Καυσοκαλύβη, (47ο κεφάλαιο): «Κάποιος λαικός ήρθε μπροστά στον Άγιο Μάξιμο δακρυσμένος και του είπε: βοήθησέ με, άνθρωπε του Θεού, και άπλωσε μου το χέρι γιατί έπεσα σε βυθό καταστροφής. Γιατί ένας Ιερέας μου έβαλε αφορισμό αλλά έχει πεθάνει. Και ο Όσιος Μάξιμος του λέει: Πήγαινε προς τον Αρχιερέα εκείνου του Κληρικού και αυτός θα σε λύσει από τον δεσμό και τον Κανόνα. Αυτός ο Αρχιερέας ήταν ο άγιος Διονύσιος, Μητροπολίτης Βεροίας».
Ο π. Πορφύριος συνεχίζει με τον Μητροπολίτη Ευθύμιο (14ος-15ος αιώνας). Ας σημειωθεί, ότι είναι ο πρώτος Μητροπολίτης της πόλεως, αφού η Βέροια μέχρι τον 14ο αιώνα ήταν Αρχιεπισκοπή. Πιθανόν, αυτό να έγινε λόγω της τιμής που ήθελε να αποδώσει στην πατρίδα του(;) ο Άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ευθύμιος, μάλιστα, εκλέχτηκε και χειροτονήθηκε, όπως φαίνεται, στο σχετικό Κώδικα, από τον ίδιο τον άγιο Πατριάρχη στη Βέροια.
Από τη βίβλο της Εκκλησιαστικής Προσωπογραφίας Βερροίας δεν ήταν δυνατόν να λείπει η μορφή του Οσίου Θεοφάνη, Πολιούχου Ναούσης, που γεννήθηκε στα Ιωάννινα, αποκαλούμενος, για αυτό το λόγο, «εξ Ιωαννίνων». Άλλο προσώνυμιό του, εξαιτίας της μοναχικής κουράς που έλαβε στο Δοχειάρι, είναι «Δοχειαρίτης».. Αποκαλείται, μάλιστα, «Δομήτωρ» της Μονής, στις απολύσεις των Ακολουθιών στη Δοχειαρίου. Υπήρξε ιδρυτής τριών Μονών: της Παναγίας στον Αλιάκμονα, άλλης γυναικείας των Ασωμάτων, δίπλα στο ομώνυμο χωριό, και των Ταξιαρχών στη Νάουσα.
Ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, της Σκήτης Βεροίας, δεν θα μπορούσε να μην σταθεί ιδιαίτερα στην παραμονή του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά στη Σκήτη, μαζί με τη δωδεκαμελή Συνοδεία του (τα αδέλφια του, αγίους Μακάριο και Θεοδόσιο, μήπως και τον άγιο Φιλόθεο τον Κόκκινο). Εγκαταστάθηκε στη Σκήτη Βεροίας και κατόπιν πήγε στην Κωνσταντινούπολη, φέρνοντας μαζί του και τις αδελφές του Επίχαρι και Θεοδότη, μετά το θάνατο της μητέρας τους, Καλλίστης μοναχής. Πού εγκαταστάθηκαν οι αδελφές του αγίου; Μήπως στην αρχαία Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η οποία μέχρι σήμερα ονομάζεται «Κυριώτισσα»;
Εν συνεχεία, ο π. Πορφύριος, τονίζει, ότι οι αδελφές του αγίου εγκαταστάθηκαν στον Άγιο Σάββα της Κυριώτισσας. Είμαστε, σίγουροι, συνεχίζει ο ηγούμενος, ότι ο ναός αυτός υπήρξε καθολικό μονής και μάλιστα γυναικείας. Εδώ πιστεύει ο ίδιος ότι βρίσκεται θαμμένη και η αγία Επίχαρις. Ενώ και η μοναχή Ξένη, προς την οποία ο άγιος απευθύνει την Περί μοναχισμού πραγματεία του, έχει τη γνώμη ότι μόνασε εδώ.
Κατόπιν, ο λόγος για την αέναη παρουσία του Κτήτορος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου -Σκήτη Βεροίας, Άγιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω. Μεγάλο το έργο του αγίου, στο φυσικό σταυροδρόμι Μακεδονίας και Θεσσαλίας, όπου οι άνθρωποι αναβαπτίζονταν, με την εξομολόγησή τους σε εκείνον. Γι’ αυτό γέμισε ο Αλιάκμονας με μοναχές και μοναχούς. Δυστυχώς, ως τώρα δεν έχει εντοπιστεί γυναικείο μοναστήρι. Άλλη μια ευκαιρία για μελέτη.
Εν συνεχεία, ο π. Πορφύριος γράφει για την κλοπή της Τιμίας Κάρας του αγίου Διονυσίου, που συνέβη κατά την έξοδο του ιερού λειψάνου, από το Μοναστήρι του Ολύμπου, στη Νιγρίτα, στις 12 Ιουλίου 1890. Τονίζει ότι οι κλέφτες πήραν την Τιμία Κάρα, αφήνοντας την ασημένια θήκη της.
Kατόπιν, παρουσιάζεται ο Μητροπολίτης Βεροίας Ματθαίος, ο οποίος το 1527 ήταν ήδη μητροπολίτης της πόλεως, και ετάφη σε κάποιο ναό της Βέροιας. Ο π. Πορφύριος, υπενθυμίζει ότι ο τάφος των κεκοιμημένων επισκόπων βρισκόταν στο κέντρο του ναού, ενώ θάπτονταν καθιστοί.
Ακολούθως, μια άλλη προσωπικότητα που γνωρίζουμε είναι ο Νεόφυτος Βεροίας, εξ Αθηνών, ο οποίος εκοιμήθη στη μονή Μεγίστης Λαύρας το 1536. Με έξοδα του αγιογραφήθηκε το καθολικό του μοναστηριού. Ο π. Πορφύριος σημειώνει, ότι στο ιδρυτικό Συνοδικό Έγγραφο της μονής Σταυρονικήτα, το 1541, επί Πατριάρχη Ιερεμία Α΄, υπογράφει, μεταξύ των 68 Αρχιερέων και κάποιος Νεόφυτος, μητροπολίτης Βεροίας. Οπότε, προκύπτει το ερώτημα αν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που εκοιμήθη στη Λαύρα.
Πάντως, ο Αβράμιος, που υπογράφει, σε γράμμα για τα μετόχια της Μονής Σταυρονικήτα στις Σέρρες, το 1614, πρέπει να αποκλειστεί, ως μητροπολίτης Βεροίας, αφού, τότε, σύμφωνα και με τον Παπαζώτο, μητροπολίτης ήταν ο Αβέρκιος.
Ο π. Πορφύριος εύχεται να βρεθεί ο ναός της Βέροιας που φέρει το λείψανο του αγίου Αρσενίου, μητροπολίτου Βεροίας. Η μέρα του μαρτυρίου του είναι η 9η Απριλίου. Πρόκειται για τον πρώτο Ιεράρχη-μάρτυρα από τους αλλόπιστους, μετά την άλωση της πόλεως.
Δυο άγιοι Πατριάρχες από τη Βέροια, κοσμούν την Εκκλησιαστική Προσωπογραφία της, ο Πατριάρχης Νήφων ο Α’ και ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος. Και οι δύο διετέλεσαν ηγούμενοι της Μονής Μεγίστης Λαύρας.
Εν συνεχεία, ο ηγούμενος, αναφέρεται στους λόγιους Αγιορείτες από την Ημαθία: Θεοφάνη μοναχό από τη Βέροια, Αγάπιο ιερομόναχο από τη Βέροια και Ανανία μοναχό εκ Ναούσης. Και οι 3 μόνασαν στην Μονή των Ιβήρων.
Από τη γραφίδα του ηγουμένου δεν ήταν δυνατόν να λείπει και ο οσιομάρτυρας Τιμόθεος ο Αγιορείτης. Κατάγονταν από τα χωριά της Βέροιας. Παντρεύτηκε και όταν η σύζυγός του απεβίωσε εκάρη μοναχός στη Μονή Κωνσταμονίτου. Η επανάσταση τον βρήκε στο μετόχι της Θεσσαλονίκης. Συνελήφθη και φυλακίστηκε μαζί με πολλούς άλλους, μοναχούς και λαικούς στον Λευκό Πύργο. Υπέστη αφόρητα βασανιστήρια και μαζί με το βάρος της ηλικίας του είχε ένα μαρτυρικό θάνατο. Το λείψανό του, μαζί και των άλλων πετάχτηκαν στα όρνια και στα άγρια θηρία. Ένας φωτεινός σταυρός, όμως, στον ουρανό πιστοποίησε την αγιότητά τους.
Η ευλάβεια της Βερροιώτικης οικογενείας του Δημητρίου Βικέλα, εντάσσεται στον τόμο της Εκκλησιαστικής Προσωπογραφίας. Ο νεότερος Δημήτριος Βικέλας είναι, ίσως, ο πρώτος έλληνας που μίλησε στην Ευρώπη για την αξία της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Όταν στα 1901 επισκέφθηκε τη Βέροια, τον φιλοξένησε ο τότε Μητροπολίτης Κωνσταντίνος Ισαακίδης, συγγενής του ιδίου από την πλευρά της μητέρας του. Αλλά και ο Επίσκοπος Σερβίων Θεόφιλος ήταν συγγενής με τους Μπικελάδες, αν και εξ αγχιστείας. Ευρισκόμενος στο Παρίσι, ο Δημήτριος (ο νεότερος), υπήρξε ένας από τους πρώτους που συνέδραμαν στην έκδοση της Κλείδας της Πατρολογίας. Αναφέρεται, μάλιστα, χαρακτηριστικά, στο εν λόγω βιβλίο, που συνέταξε ο Δωρόθεος, Μητροπολίτης Λαρίσης: «Εν Παρισίοις ο ευγενέστατος Δημήτριος Βικέλας, αντίτυπον εν». Επίσης, η κατοχή της λειτουργικής φυλλάδας της Αγίας Ματρώνας, όσο και το χειρόγραφο μιας Εγκυκλοπαιδείας της Θεολογίας, χωρίς τις μεταγενέστερες έξωθεν επιδράσεις, όσο και η συλλογή εικόνων του Δημητρίου Βικέλα, του νεότερου, καθώς και η απονομή οφφικίων από την τοπική Μητρόπολη στην οικογένεια των Βικελάδων, μαρτυρούν την εκκλησιαστικότητα της επί 2 αιώνων πρώτης οικογένειας της Βεροίας.
Ακολούθως, προβάλλεται ο μοναχός Κοσμάς, ο οποίος σχετίζεται με την ύπαρξη ναού της Αγίας Τριάδος -τέλη 15ου αιώνα- έξω από το χωριό Παλατίτσια, προς την πλευρά της Βεργίνας. Το χωριό έχει ναό αφιερωμένο στην Κοίμηση, αλλά η πανήγυρις τελείται στη γιορτή της Αγίας Τριάδος. Σύμφωνα με επιγραφή που διασώζει ο Δήμιτσας, το 1495 ξαναζωγραφίστηκε το προπύλαιο του ναού, εις μνημόσυνον κάποιου σπουδαίου προσώπου, του δούλου του Θεού Ιωάννου, ενώ το όλο έργο πλήρωσε ο τιμιώτατος εν μοναχοίς κυρ Κοσμάς, πρόσωπο φημισμένο για την εποχή του, αλλά άγνωστο μέχρι τώρα σε μας και στην προσωπογραφία του 15ου αιώνα.
Ο π. Πορφύριος κάνει λόγο και για τον Πνευματικό παπα-Γαβριήλ, τον Προδρομίτη, ο οποίος ήταν εκ Βεροίας. Μαθαίνουμε για την παρουσία του, το 1808, στο Βελβεντό Κοζάνης, από μια αφιερωματική επιγραφή, σε εικόνα της Σύναξης των Αρχαγγέλλων, στον εκεί ναό. Η εικόνα γράφει, ότι είναι δαπάνη του παπα-Γαβριήλ του Προδρομίτη, από τη Βέροια και αφιερώθηκε στις 12 Αυγούστου 1808. Το ερώτημα που προκύπτει είναι, αν ο παπα-Γαβριήλ πήγαινε στο Βελβεντό για να εξομολογήσει ή εξαιτίας της ύπαρξης κάποιου μετοχίου της Μονής;
Κατόπιν, η Εκκλησιαστική Προσωπογραφία Βερροίας αναφέρεται στον Ηγούμενο Νικηφόρο, ανακαινιστή της Μονής Αγίου Αθανασίου Σφινίτσης. Υπήρξε εξομολόγος και χαρακτηρίστηκε ως μουσικολογιώτατος και σοφός. Ήταν πνευματικός του οπλαρχηγού του Ολύμπου Διαμαντή Νικολάου, κατά τη διάρκεια των ετών της επανάστασης 1821-1833. Αναμφισβήτητα, υπήρξε μια οσιακή μορφή, που ανέστησε το μοναστήρι και την περιοχή. Κατέστησε μάλιστα τη Μονή Σταυροπήγιο, τον Σεπτέμβριο του 1832. Εκοιμήθη ως ηγούμενος (;) τον Δεκέμβριο του 1844.
Στη συνέχεια, γίνεται λόγος, για τον Αγάπιο, Αρχιεπίσκοπο Βράτζας, Βουλγαρίας (1833-1849), που έλαβε το μοναχικό σχήμα, πιθανόν, στην Ιερά Μονή Τιμίου Πρόδρομου-Σκήτη Βερροίας και κατάγονταν από τον Κολινδρό. Γεννήθηκε γύρω στα 1790 και εκοιμήθη στις 26-10-1849. Υπήρξε ευεργέτης της πατρίδας του, δίνοντας 500 χρυσές λίρες στα σχολεία της. Συνέβαλε και στην ενίσχυση του μοναστηριού της Σφινίτσας. Ευεργέτησε το ποίμνιο του, ανεγείροντας εκκλησίες και διδακτήρια. Ο τραυματισμός του ή φόνος του, συνέβη από Τούρκο, στην νεότατη ηλικία των 59, περίπου, ετών. Αν τραυματίστηκε ή φονεύτηκε για λόγους πίστεως, τότε, φυσικά, ανήκει στους Νεομάρτυρες.
Ακολουθούν ιστορικές αναφορές για την Επισκοπή Καμπανίας, με αφορμή: α) μια εικόνα του Ακαθίστου Ύμνου από το μοναστήρι της Σκήτης, β) ένα βιβλίο στατιστικής του πληθυσμού, του Συνβέτ (όπου ο καταμερισμός των ελλήνων γίνεται κατά επισκοπή) και γ) την έρευνα για την Επισκοπή Δραγουβιτίας και Βελίτσης.
Ο π. Πορφύριος, κατόπιν, αναφέρεται στην ελληνική παράδοση για τον Άγιο Κλήμη, Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος, που έλαβε το μοναχικό σχήμα στη Μονή Τιμίου Προδρόμου-Σκήτη Βεροίας, όπου φυλάσσεται και η Τιμία Κάρα του. Σημειώνει, μάλιστα, ότι η μυροβλησία της είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Ο Άγιος Κλήμης, σύμφωνα με την ελληνική παράδοση, καταγόταν από Ημαθιώτικη οικογένεια. Ο πατέρας του έμπορος, γνώριζε τη γλώσσα των νέων κατοίκων της Βαλκανικής. Ενώ ο Άγιος μαθήτευσε στους Αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο.Υπήρξε ο εισηγητής του απλοποιημένου Σλαυїκού Αλφαβήτου. Το μοναστήρι του Αγίου Προδρόμου διαθέτει λειτουργική φυλλάδα του Αγίου Κλήμεντος, που εκδόθηκε στη Βενετία στα 1784, η οποία είναι ακατάγραφη και δεν έχει βρεθεί άλλο αντίτυπό της.
Εν συνεχεία, παρατίθενται κάποια στοιχεία για τη διοικητική οργάνωση της Εκκλησίας Βεροίας (συνοπτικό ιστορικό & σημείωμα περί οφφικίων, όπως: σακελλίων, σακελλάριος, οικονόμος, πρωτοπαπάς, πρωτέκδικος, αρχιμανδρίτης, ιερομόναχος, ιερόπαις).
Από τον τόμο που παρουσιάζεται, δεν θα ήταν δυνατό να λείπει η αναφορά της προσφοράς του Αγίου Όρους στην Ημαθία, κατά τον αγώνα του 1821.
Ο π. Πορφύριος, τονίζει την αγιότητα του Αγιορείτη μοναχού Φιλάρετου Κωνσταμονίτη, από τη Φυτιά Ημαθίας, που γεννήθηκε στα 1890. Στο μοναστήρι πήγε τον Νοέμβριο του 1912, αφού ευρισκόμενος στη Θεσσαλονίκη λίγες μέρες πριν, ο κατά κόσμον Αντώνιος, είδε στον ύπνο του τον Άγιο Δημήτριο να τον παρακινεί έντονα να φύγει για το Άγιον Όρος. Ενθρονίστηκε ως Ηγούμενος στις 21-5-1949 και κοιμήθηκε στις 28-1-1963. Τα λείψανά του σαν κεχριμπάρι, αναδίδουν μια λεπτή ευωδία.
Η Εκκλησιαστική Προσωπογραφία Βεροίας κοσμείται και με το πρόσωπο του Μητροπολίτη Ρόδου, Καλλινίκου εκ Βεροίας (1752-1792), ο οποίος επιτέλεσε μεγάλο έργο στη Ρόδο και τη Σύμη. Ίδρυσε σχολεία, ανακαίνισε μοναστήρια, έκτισε εκκλησίες. Ποιος άραγε θα μπορούσε να φανταστεί ότι το μοναστήρι του Πανορμίτη στη Σύμη, με το θαυματουργό εικόνισμα του αρχιστρατήγου αρχαγγέλου Μιχαήλ, ανακαινίστηκε το 1783, από τον Καλλίνικο!;
Ο τόμος της Προσωπογραφίας επισφραγίζεται με τη μορφή της Αγίας Κυριακής, αδελφής του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω, που έλαβε το μοναχικό σχήμα σε ένα μοναστήρι που έχτισαν με τον Αδελφό της, έξω από το χωριό Λουτρός, στον κάμπο της Ημαθίας. Το μοναστήρι έφερε το όνομα της προσφιλούς της αγίας, Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυριακής.
Η συνάντηση με τον αδελφό της και πνευματικό της πατέρα, λόγω του αβάτου της Μονής, γινόταν σε μια τοποθεσία, λίγο έξω από το μοναστήρι του Ολύμπου, που μέχρι σήμερα ονομάζεται «Της Κυριακούλας η Ράχη». Όλο αυτό το μονοπάτι, που σιγά-σιγά χαράχτηκε, από το μοναστήρι του Λουτρού μέχρι τη Μονή του Τιμίου Σταυρού Ολύμπου, έχει εκκλησάκια ή προσκυνητάρια αφιερωμένα στην Αγία Κυριακή.
Αυτά, εν ολίγοις, είναι τα θέματα που θίγει ο π. Πορφύριος από το μεταλλείο της Εκκλησιαστικής Προσωπογραφίας Βερροίας, που είναι ανεξάντλητο, γιατί είναι Παύλειο.
Πορφυρίου, Καθηγουμένου,
Εκκλησιαστική Προσωπογραφία Βερροίας,
εκδόσεις Αποτομή 7, Βέροια 2012, σ. 230.
*Τα κείμενα αποτελούν απόψεις του υπογράφοντος και όχι απαραίτητα και της εκπομπής.
Ο π. Πορφύριος εμφανίστηκε στο επεισόδιο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ – Μέρος Β της Χαράς Θεού. Μπορείτε να το παρακολουθήσετε ΕΔΩ
Ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης εμφανίστηκε στα επεισόδια ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ – Μέρος Α και ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ – Μέρος Β της Χαράς Θεού. Μπορείτε να τα παρακολουθήσετε πατώντας πάνω στους τίτλους των επεισοδίων.
[…] […]
[…] […]
[…] […]